Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Μια ακόμα ιστορία με τη Μαρία Λυκάρτση

Ονομαστική εορτή

Έτοιμη η τσάντα της. Λάπτοπ, φορτιστής, κραγιόν, κάρτες. Έβαλε και μια μικρή ομπρέλα για περίπτωση βροχής. Έτσι, όπως κατέβαινε την Πλάτωνος, άκουσε πίσω της τις καμπάνες. Του Αγίου Νικολάου.

Της άρεσε το καφέ στον πεζόδρομο κι ας ήταν εξωφρενικά ακριβό. Διπλός καπουτσίνο σκέτος κι ένα κρουασάν με πραλίνα για σήμερα. Έτσι, επειδή γιόρταζε. Έφταναν από νωρίς οι ευχές στα σόσιαλ. Προβλέψιμες, προκατασκευασμένες, μαζικές. Πώς θα γινόταν να τις αποφύγει;

Χαζεύοντας έξω απ’ το τζάμι τον είδε. Κύριος μεγαλούτσικος, κοστουμαρισμένος, με λουλούδια και κουτί ζαχαροπλαστείου στο χέρι. Πόσα χρόνια είχε να δει κάποιον να πηγαίνει επίσκεψη…

Ήταν μια εποχή που οι άνθρωποι ανακοίνωναν αν θα γιορτάσουν την ονομαστική τους εορτή κι αν θα δεχτούν επισκέψεις. Στις πόλεις, γιατί στα χωριά απλώς άφηναν ανοιχτά τα φώτα, αν γιόρταζαν.

Χτυπούσαν το κουδούνι οι επισκέπτες, έφερναν δώρα: λουλούδια, ποτά, γλυκά, πιο σπάνια κανένα βιβλίο. Της άρεσε να ξετυλίγει η ίδια το κουτί με το γυαλιστερό περιτύλιγμα, αν είχε μέσα προφιτερόλ ή σοκολατίνες το έβαζε στο ψυγείο χαρούμενη. Έτσι κι αλλιώς περίσσευε η ζάχαρη εκείνη τη μέρα. Έβγαζαν με το δίσκο χρωματιστά λικέρ και σοκολατάκια, μετά πουράκια πραλίνας ή καριόκες κι έπειτα ετοίμαζαν το πιάτο με τα αλμυρά. Πίτες, ρολό κοτόπουλο, αλοιφές, κεφτεδάκια... Και πιο αργά σέρβιραν μπολ με ξηρούς καρπούς, άνοιγαν οι μεγάλοι ουίσκι, άναβαν τσιγάρα στο σαλόνι. Ο πατέρας της δεν έβγαζε τη γραβάτα πριν φύγει κι ο τελευταίος καλεσμένος, η Νικολέτα θα είχε ήδη κοιμηθεί μέχρι τότε.

Πότε σταμάτησε να γιορτάζει εκείνος και με ποια αφορμή δεν θυμάται. Άλλες εποχές έτσι κι αλλιώς τότε. Ξαναγύρισε στον υπολογιστή της. Πάτησε καρδούλες, έστειλε αυτοκόλλητα, έκανε και φέτος το χρέος της.

Στο διπλανό τραπέζι ένα ζευγάρι ηλικιωμένων κοιτούσαν απορημένοι την απόδειξη.
-Μήπως έγινε λάθος; Δεν μπορεί να κάνουν 8,5 ευρώ δυο ελληνικοί!
-Από τέσσερα ο καφές μάλλον και χρέωσε και το νερό…

Δίστασε για λίγο και μετά φώναξε το σερβιτόρο. Ζήτησε να πληρώσει και τον διπλανό λογαριασμό μαζί με τον δικό της.
-Ήθελα κάτι να κεράσω, τους είπε. Γιορτάζω σήμερα.


Η Μαρία Λυκάρτση γεννήθηκε και ζει στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε κλασική φιλολογία και θεατρολογία κι έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στην Παιδαγωγική του Θεάτρου. Διδάσκει, γράφει, διαβάζει κι αγαπά τα κείμενα που απευθύνονται σε παιδιά και μεγάλους εξίσου. Έχουν εκδοθεί τα βιβλία της "Η πολιτεία που δεν έβρεχε ποτέ" και "Κανονικά" (Κρατικό Βραβείο Εικονογραφημένου παιδικού βιβλίου 2024, Βραβείο του ελληνικού τμήματος της IBBY 2024, White Ravens). Το 2025 κυκλοφόρησαν το εικονογραφημένο "Το μόνο παιδί" και το "Είσαι μικρός και δε χωράς", το πρώτο της βιβλίο για νέους. Πρόλαβε σαν παιδί την ανταλλαγή επισκέψεων στις ονομαστικές γιορτές και έχει πλύνει πολλά πιάτα στη γιορτή του πατέρα της.

Ονομαστική εορτή © 2025 by Μαρία Λυκάρτση is licensed under Creative Commons Attribution-NonCommercial-NoDerivatives 4.0 International

Διαβάστε όλες τις συμμετοχές στη συγγραφική πρόκληση "Μια ακόμα ιστορία" εδώ.

Σχόλια