Κάνε ό,τι κάνω Με τον Χαρίλαο ήταν οι καλύτεροι φίλοι. Όλη μέρα μαζί – εκτός από τις ώρες του ύπνου φυσικά. Έπαιζαν πολλά παιχνίδια, αλλά το αγαπημένο τους ήταν το «Κάνε ό,τι κάνω». Πρώτα ξεκινούσε εκείνη: έγερνε τον λαιμό στο πλάι κι ο Χαρίλαος τη μιμούνταν. Έπειτα, ο Χαρίλαος σήκωνε το ένα του πόδι κι αμέσως το σήκωνε κι εκείνη. Συνέχιζαν έτσι για αρκετή ώρα μέχρι που -χωρίς να έχουν με κάποιο τρόπο συνεννοηθεί- άρχιζαν κι οι δυο ταυτόχρονα να χοροπηδάνε και να κουνάνε το κεφάλι πέρα-δώθε ξεφωνίζοντας. Μια μέρα, έτσι απλά, ο Χαρίλαος εξαφανίστηκε. Είπαν ότι η νταντά μάλλον άφησε την πόρτα ανοιχτή κατά λάθος. «Επίτηδες», σκεφτόταν εκείνη και δεν της ξαναμίλησε. Για καιρό έπαιζε «Κάνε ό,τι κάνω» μόνη της στον καθρέφτη. Και στα μπλοκ της ζωγράφιζε πάντα μόνο τον Χαρίλαο. «Τι ωραία ζωγραφιά!» της είπε η Ειρήνη στο σχολείο. «Εσύ είσαι ο καλύτερός μου φίλος», είπε εκείνη στη ζωγραφιά το βράδυ πριν κοιμηθεί. «Με την Ειρήνη κάνω παρέα μέχρι να γυρίσεις». Πέρασαν έτσι εβδομάδες και...