Πέρσι, σε ηλικία
2 ετών, η Σοφία ξεκίνησε για πρώτη φορά «σχολείο» - πήγαινε σε ένα χώρο
δημιουργικής απασχόλησης τρεις ώρες κάθε μέρα. Για πρώτη φορά άρχισε να
δημιουργεί σχέσεις χωρίς τη δική μου παρέμβαση, ούτε καν παρουσία. Ήταν πολύ ενδιαφέρον
να παρακολουθώ πώς αυτές οι σχέσεις περνούσαν από διάφορα στάδια, από τη
δυσπιστία στην περιέργεια, τον ενθουσιασμό και τελικά την αγάπη.
Όταν, τον επόμενο
Σεπτέμβρη, έπρεπε να αλλάξει σχολείο, η Σοφία στεναχωρήθηκε πολύ – για
εβδομάδες μιλούσε για τη δασκάλα της από το παλιό της σχολείο και τα δύο πιο
στενά της φιλαράκια. Στεναχωρήθηκα κι εγώ για λογαριασμό της. Για εκείνη, ήταν
ο πρώτος αποχωρισμός. Για μένα, ήταν η πρώτη φορά που συνειδητοποιούσα ότι η
εξουσία μου πάνω της είναι σχεδόν απόλυτη. Επιλέγω σχεδόν τα πάντα για εκείνη,
ακόμα και τους φίλους της. Αν δεν επιδιώξω να κάνω κι εγώ παρέα με τις μαμάδες
των φίλων που έχει η ίδια επιλέξει, τότε πιθανά δε θα τους ξαναδεί ποτέ ή όχι
όσο συχνά θα ήθελε. Αντίθετα, μπορεί να της επιβάλω άλλους φίλους, με τις
μαμάδες των οποίων έχω στενότερη σχέση. Αναπόφευκτη θα μου πείτε αυτή η απόλυτη
εξουσία πάνω σε ένα παιδί μέχρι αυτό να μεγαλώσει. Κατάλαβα όμως ότι είναι πλέον
μια ξεχωριστή οντότητα και ως τέτοια πρέπει να της επιτρέπεται να κάνει και κάποιες
δικές της επιλογές.
Ευτυχώς, βέβαια,
τα παιδιά προσαρμόζονται εύκολα και η Σοφία πολύ γρήγορα άρχισε να περνά καλά
στο νέο της σχολείο. Έχει ήδη φτάσει στο στάδιο του ενθουσιασμού κι η αγάπη δε
θα αργήσει. Με αφορμή όμως όλα αυτά, άρχισαν να μου έρχονται στο μυαλό, για
πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, διάφορες
εικόνες από το δικό μου πρώτο* σχολείο, έναν Γερμανότυπο παιδικό σταθμό τον οποίο είχε δημιουργήσει με αγάπη στα Πατήσια η οικογενειακή μας φίλη Αλίκη Αλιφέρη. Θυμήθηκα τον κήπο της μονοκατοικίας όπου στεγαζόταν και τις κρυψώνες του, τα μεγάλα
χαρτιά στον τοίχο που ζωγραφίζαμε με δαχτυλομπογιές, τις μάσκες που φτιάχναμε
κολλώντας εφημερίδες πάνω σε μπαλόνια που μετά σπάγαμε για να ανοίξουμε τρύπες
για τα μάτια, τη μύτη και το στόμα… Η Γερμανίδα δασκάλα μου, η Γκούντι, είχε
μια δυσμορφία στο ένα της χεράκι, αλλά ούτε που το πρόσεχα μετά από κάποια
στιγμή. Κάναμε μαζί τόσα μαγικά πράγματα κι εγώ την αγαπούσα.
Με τόσο ζωντανές
αναμνήσεις από την παιδική μου ηλικία, κι ας είχα χρόνια να τις αναλογιστώ, δεν
έχω πλέον καμιά αμφιβολία ότι οι πρώτες εμπειρίες στη ζωή ενός παιδιού μετράνε. Δεν μπορώ φυσικά
να ελέγξω τα πάντα. Η Σοφία περνά χρόνο κάθε μέρα μακριά μου, δημιουργώντας τις
δικές της σχέσεις, κάνοντας τα δικά της πράγματα, κι αυτό είναι καλό γιατί έτσι
χτίζει την ανεξαρτησία της. Δεν μπορώ όμως και να μην «εκμεταλλεύομαι» τα
παραθυράκια που μου ανοίγονται που και που στον κόσμο της και να το απολαμβάνω.
Όπως αυτό το μικρό μονοπάτι στον κήπο του σχολείου της που οδηγεί σε ένα
καταπράσινο πλάτωμα.
Κάθε μεσημέρι, όταν πάω να πάρω τη Σοφία και ο καιρός το
επιτρέπει, ανεβαίνουμε απαραιτήτως το μονοπατάκι. Φτάνοντας στο πλάτωμα, η
Σοφία μαζεύει από κάτω φύλλα, κλαδάκια, άδεια κελύφη σαλιγκαριών, ελιές, «κυπαρισσόφρουτα»** –προσπαθώ να τη μάθω να μη μαδάει τα καημένα τα φυτά- κι εγώ
της φτιάχνω χωνάκια από χαρτί για να βάλει μέσα τους μικρούς της θησαυρούς.
Όταν
γυρίζουμε στο σπίτι, κρύβει επιμελώς κάπου τα χωνάκια της κι εγώ τα ανακαλύπτω
μέρες μετά, με τα φυλλαράκια μέσα στα χωνάκια μαραγκιασμένα. Τελευταία, όμως,
έχει αρχίσει να εντάσσει τους θησαυρούς της στα κολλάζ που φτιάχνει με το μαγικό της βαλιτσάκι. Η μαγεία συνεχίζεται!
* Για να είμαστε ακριβείς, δεν ήταν το πρώτο μου
σχολείο –η μαμά μου λόγω δουλειάς είχε αναγκαστεί να με πάει από 15 μηνών στο
δημόσιο σταθμό της γειτονιάς- αλλά είναι το πρώτο που θυμάμαι.
** Έτσι έχουμε βαφτίσει με τη Σοφία τα άγουρα
πράσινα κουκουναράκια των κυπαρισσιών.
Πολλά ευχαριστώ στην Αλίκη Αλιφέρη, ιδιοκτήτρια
του Γερμανότυπου παιδικού σταθμού και φίλη, για τις χαρούμενες αναμνήσεις (και
το φρεσκάρισμά τους).
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου