Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Welcome to/ Καλώς ήλθατε στο Another Tale

Πρόσφατες αναρτήσεις

Μια ακόμα ιστορία με τη Φυτούλα Βακανά

Ο Ίκαρος Τη στιγμή που άρχισε να πέφτει, ο Ίκαρος θυμήθηκε τη μάνα του. Τον τρόπο που του έστρωνε με φροντίδα τα τσουλούφια του που πετούσαν δεξιά κι αριστερά. Τα μάτια της που ήταν χαμογελαστά, όταν τον έλεγε: «Λεβέντη μου» κι ας είχε αφήσει λασπωμένες πατημασιές στο χαλί κι ας είχε κάνει τρέλες και είχε σκίσει το φρύδι του, μια ανάσα πάνω από το δεξί του μάτι… Θυμήθηκε και όλα αυτά που δεν θα ζήσει ξανά. Να ανοίγει τα χέρια σαν φτερά, με το ποδήλατο να τρέχει και το στόμα ανοιχτό να αλαλάζει θριαμβευτικά. Να σουτάρει την μπάλα στον Γιάννη, που ήταν αφύλαχτος κι εκείνος να πετυχαίνει το νικηφόρο σουτ. Και μετά άγαρμπες αγκαλιές και «Είμαστε πια πρωταθλητέεεες» μέχρι να βραχνιάσουν. Το πρώτο μεθύσι για εκείνο το κορίτσι που του είπε πως τον βλέπει σαν φίλο, με το κρασί που σούφρωσε ο Στέφανος από την κάβα του πατέρα του. Και μετά να ξερνάει στον κήπο και να σέρνεται να κλειστεί στο δωμάτιό του πριν τον πετύχει η μάνα του. Να πανηγυρίζει επειδή πέρασε στη σχολή, η περηφάνια της μάνας το...

Μια ακόμα ιστορία με την Έλενα Αρτζανίδου

Ένα κλειδί Δεν ξέρει πόσες φορές είχε υποσχεθεί στον εαυτό της να φύγει οριστικά, να προχωρήσει. Και όταν έφτασε η στιγμή ήταν χαρούμενη. Πέρασαν μέρες, μήνες και απόλυτα σίγουρη πια πίστευε πως είχε νικήσει την αρρώστια, το πάθος της για εκείνον. Η καθημερινότητα της δεν την κούραζε, αντίθετα είχε φροντίσει να καλύψει όλες τις τρύπες, όλα τα κενά που θα μπορούσαν να εισχωρήσουν και να αφυπνίσουν τα συναισθήματα της για εκείνον. Δουλειά, γυμναστήριο, φίλες, βόλτες και κλειστό τηλέφωνο από το απόγευμα μέχρι που ξημέρωνε. Άντεξε μέχρι σήμερα που έφτασε μέσα σε έναν φάκελο συστημένο το κλειδί. Ταράχτηκε. Μπερδεύτηκε που το άγγιξε. Ήταν εκείνο το κλειδί, το δικό τους κλειδί και ένα χαρτί διπλωμένο. Το άνοιξε και είχε μόνο ένα γράμμα Α. Το κλειδί στο χέρι. Το χάιδεψε και μπερδεύτηκε. Κουβάρι ξεπετάχτηκαν οι μνήμες. Την μπέρδεψε. Ήταν παγωμένο. Την αναστάτωσε. Οι παλμοί, εκείνοι οι δαιμονισμένοι, επέστρεψαν όπως πριν ένα χρόνο, όταν το πέταξε και έφυγε για να μην ξαναγυρίσει. Και τώρα! ...

Μια ακόμα ιστορία με τον Θοδωρή Παπαϊωάννου

Επάνω ή κάτω; Μόλις έφτασα στο χωριό και αντίκρυσα το μονοθέσιο πέτρινο σχολείο του, ένιωσα ανακούφιση. Σχεδόν μία ώρα χωματόδρομος, στα όρη στα άγρια βουνά που λένε, περίμενα χειρότερα τα πράγματα. Ευτυχώς δεν ήταν. Εννιά ήταν όλα κι όλα τα παιδιά μα ένα ήταν το πρωτάκι του σχολείου, ο Μανόλης. Παιδί βοσκού, ηλιοκαμένο πρόσωπο, μεγάλα στρογγυλά μάτια, μέτριο ύψος. Επιφυλακτικός με το σχολείο, από τις πρώτες μέρες ξεφύλλιζε τα βιβλία με περιέργεια δίνοντας ιδιαίτερη σημασία στις εικόνες. Τα περισσότερα τα έλεγε με τα μεγάλα καστανά του μάτια, παρά με το στόμα. Σ’ ένα από τα πρώτα κεφάλαια των μαθηματικών ο Μανόλης με εξέπληξε ευχάριστα. Μαθαίναμε τις έννοιες μπροστά–πίσω και πάνω–κάτω. Αφού κάναμε μερικά παιχνίδια με την καρέκλα, το θρανίο και τον πίνακα, ανοίξαμε το βιβλίο. Οι εικόνες έδειχναν ένα πουλάκι που βρισκόταν στη μία πάνω στο κλαδί ενός δέντρου και στην άλλη κάτω στη ρίζα του δέντρου. Δείχνω την εικόνα με το πουλάκι πάνω στο δέντρο. - Που βρίσκεται Μανόλη αυτό το πουλάκι, ε...

Μια ακόμα ιστορία με τη Μαρία Λοϊζίδου

Μικροί Ινδιάνοι της βεράντας Κάθε απόγευμα εγώ και ο αδελφός μου γινόμαστε μικροί Ινδιάνοι. Τραβάμε δύο καρέκλες στη βεράντα και απλώνουμε πάνω την κουβέρτα. Έτοιμη η σκηνή μας! Δηλαδή, σχεδόν έτοιμη… «Μπαίνουμε;» τον ρωτάω. Τρέχει απέναντι. Μισοκλείνει τα μάτια.  « Εσύ πήρες περισσότερη!» φωνάζει. «Τράβηξέ τη λίγο στη μεριά μου.» «Τόσο;» «Ακόμα λίγο…» «Τόσο;» «Εντάξει! Μπαίνουμε!» Φουσκώνει τα μάγουλα και του τραβάω δυο κόκκινες γραμμές στο καθένα με το κραγιόν της μαμάς. Γίνεται τότε ο φοβερός πολεμιστής που δαμάζει άλογα. Εγώ καταστρώνω σχέδια επίθεσης.  Στη σκηνή μας χωράνε πολλά πράγματα: κατσαρόλες, μαξιλάρια, κλαράκια για τη φωτιά. Δίπλα, δένουμε τα άλογα. Στα βουνά έχουμε τους λύκους  μας.  Ο Αλέξης και ο Γιάννης στήνουν κι αυτοί σκηνή στη δική τους αυλή. Κάποιες φορές έρχονται ήσυχα. Καθόμαστε όλοι και τρώμε μπισκότα.  Άλλες φορές όμως, μας κάνουν επίθεση. Τους ακούμε να τσιρίζουν από την κατηφόρα: «Ιιλιλίλιιιιι!» Μα εμείς δεν τρομάζουμε! Παίρνουμε θέσε...

Μια ακόμα ιστορία με τη Μαρία Ανδρικοπούλου

Εν Πλω Καθισμένες σε μια πορτοκαλί ξαπλώστρα χαμογελάμε στον φακό. Τα μαλλιά μας πέφτουν βρεγμένα στους ώμους και οι τιράντες του μαγιό ξεπροβάλλουν από τα αμάνικα φορέματα. Μια γρήγορη βουτιά πριν από την επιστροφή. Ένα στιγμιαίο κλικ πριν από την τρεχάλα για να προλάβουμε το καράβι του γυρισμού. Τελευταία μέρα του Σεπτέμβρη, τελευταία μέρα διακοπών και τελευταία –πράγμα που τότε αγνοούσαμε- κοινή φωτογραφία μας. Το ταξίδι εκείνο πολύωρο και δύσκολο με πολλά μποφόρ. Το βράδυ το πλοίο κλυδωνιζόταν γερά με τον περισσότερο κόσμο να κοιμάται όπως όπως στους καναπέδες αποκαμωμένος από το κούνημα. Οι υπόλοιποι επιβάτες είχαν αποσυρθεί από νωρίς στις καμπίνες. Οι δυό μας -γνωστά νυχτοπούλια- ξενυχτούσαμε στο σαλόνι κουβεντιάζοντας. - Κορίτσια, ο καιρός χειροτερεύει, κατεβείτε στις καμπίνες σας να μην έχουμε την έννοια σας, μας συμβούλεψε ο ύπαρχος. Τον χαιρέτησες στρατιωτικά δηλώνοντας υπακοή κι αντί καληνύχτας διηγήθηκες ένα σύντομο ανέκδοτο: «Ένας άνθρωπος κολυμπά στην πισίνα ...

Μια ακόμα ιστορία με την Έλενα Περικλέους

Πείνα Με το που ξύπνησα για να αρχίσω το ταξίδι μου γύρω από τον κόσμο, ήξερα πως αυτό που θα αντίκριζα, δεν θα μου άρεσε. Το ένιωσα στο στομάχι μου που είχε δεθεί κόμπος. Το ψηλάφισα στην καρδιά μου που πονούσε λες και την είχαν μαχαιρώσει βαθιά. Τα μάτια μου υποψιάζονταν τι θα αντικρίσουν. Είχαν βουρκώσει.  Σκέφτηκα να αναβάλω το ταξίδι μου. Το αίτημα μου απορρίφθηκε με συνοπτικές διαδικασίες. Αδύνατον, μου απάντησε ο ύψιστος.  «Κουράγιο», μου ψιθύρισε και με ακούμπησε στον ώμο, δίνοντάς μου την ευχή του. Δεν είχα διαφυγή.  Ξεκίνησα τη διαδρομή διστακτικά. Το σύννεφο που με συνόδευε έκανε ό,τι μπορούσε να μου κρύψει τις πληγές. Έφτασα όμως αναπόφευκτα σε εκείνη τη λωρίδα γης. Και είδα. Μικρά χεράκια να κρατάνε πιάτα αδειανά, με μάτια γεμάτα ελπίδα. Άκουσα στομάχια να γουργουρίζουν πιο δυνατά κι από τις βόμβες που ισοπέδωναν την πόλη τους. Είδα μανάδες να κόβουν το ψωμί, να το μοιράσουν στα παιδιά τους.  Είδα παιδιά που έπαιζαν με πέτρες που κάποτε ήταν σπίτια....

Μια ακόμα ιστορία με τη Δέσποινα Σουγιούλ

Το ταξίδι του Δημητράκη από τη Σύρο στην Αθήνα των Ολυμπιακών Αγώνων Είχαν περάσει κιόλας 40 χρόνια από τη στιγμή που ο μικρός Δημητράκης, όπως τον φώναζαν οι δικοί του, είχε γεννηθεί στη Σύρο, στο φωτεινό νησί των Κυκλάδων. Σήμερα ήταν πια πολίτης του κόσμου και από τη Σύρο είχε ταξιδέψει παντού. Ένα τέτοιο ταξίδι τον έφερε εκείνο το βράδυ να βαδίζει στις όχθες του Σηκουάνα στο Παρίσι να αναλογίζεται την πατρίδα του, τη γνώση και τον πολιτισμό. Μια παρέα δίπλα του μιλούσε και κοντοστάθηκε να τους ακούσει. -Πρέπει να ξαναζωντανέψουν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, είπε ένας νεαρός. -Και πού να γίνουν; ρώτησε κάποιος άλλος. -Στο Παρίσι φυσικά, απάντησε ο τρίτος της παρέας. Ο Δημήτρης πλησίασε και κοιτώντας τους βαθιά στα μάτια είπε με θάρρος: -Αν είναι να ξαναγεννηθούν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, πρέπει να επιστρέψουν εκεί που πραγματικά γεννήθηκαν. Στην Ελλάδα, στην Αθήνα. Όλοι γύρισαν και τον κοίταξαν με απορία. -Ποιος είστε κύριε; τον ρώτησαν. -Είμαι ένας Έλληνας που ζει στο Παρίσι, αλλά δε σταμάτησ...