Το παλτό
Η μαμά φορούσε το αγαπημένο της παλτό μόνο σε «ειδικές περιστάσεις». Ήταν μακρύ, με μεγάλα τετράγωνα, άσπρα, μπλε και ροζ.
- Πάλι τη σκακιέρα φόρεσες; την πείραζε ο μπαμπάς.
Εμένα μου άρεσε να φοράω το παλτό και να κάνω τη βασίλισσα. Κι όταν με έβλεπε ο μπαμπάς να το ρίχνω στους ώμους και να χαιρετάω τις κούκλες μου σαν μια καθώς πρέπει βασίλισσα, με μάλωνε γιατί, λέει, το έσερνα και σκούπιζα όλο το σπίτι, ότι ήταν πολύ ακριβό, πως το είχαν αγοράσει σ’ ένα ταξίδι και δεν υπήρχε πουθενά άλλο σαν αυτό.
- Βγάλ’ το αμέσως, Λένα, πρόσθετε στο τέλος.
Μα όταν με έβλεπε η μαμά να το φοράω, γελούσε. Με έπαιρνε αγκαλιά και με φιλούσε.
- Μικρό ζουζούνι! Αυτό το παλτό φορούσα τη μέρα που πήγα να σε γεννήσω και τώρα το φοράς εσύ! έλεγε και με ξαναφιλούσε.
Από τότε όμως που οι γονείς μου άρχισαν να με αφήνουν στη γιαγιά και στον παππού για να κοιμάμαι εκεί δύο ή και τρία βράδια γιατί είχαν «κάποια δουλειά», ξαφνικά δεν υπήρχαν πια «ειδικές περιστάσεις» και η μαμά σταμάτησε να το φοράει.
Δεν ήξερα τι δουλειά ήταν αυτή, ούτε μου έλεγε κανείς όταν ρωτούσα. Το μόνο που ήξερα ήταν ότι η μαμά κουραζόταν πολύ γιατί όταν επέστρεφε, το μόνο που ήθελε να κάνει ήταν να κοιμάται.
- Μαμά, πότε θα ξαναφορέσεις το παλτό της βασίλισσας; τη ρώτησα μια μέρα.
- Σε κάποια ειδική περίσταση, Λενιώ.
- Δηλαδή πότε;
- Όταν θα έχουμε κάποιο γάμο, μια μεγάλη γιορτή.
Κι ύστερα άρχισε να φοράει ένα μαντήλι στο κεφάλι που της πήγαινε πολύ, δεν λέω, αλλά πιο όμορφη ήταν με τα μαλλιά πιασμένα αλογοουρά. Κι ακόμα πιο όμορφη όταν φορούσε το παλτό-σκακιέρα.
- Λέω να μην το ξαναφορέσω, να μην χαλάσει, μου είπε μια μέρα. Θέλω να το φοράς εσύ όταν μεγαλώσεις για να με θυμάσαι.
Τότε, δεν καταλάβαινα τι εννοούσε.
Τώρα που μεγάλωσα, κατάλαβα. Και φοράω το παλτό της μόνο σε «ειδικές περιστάσεις».
Μα μερικές φορές, όταν ξαπλώνω σκεπάζομαι με το παλτό για να μην κρυώνω. Κι είναι λες να με σφίγγει στην αγκαλιά της, όπως όταν ήμουνα μικρή.
![]() |
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου